Οι σχέσεις καλής γειτονίας με τον παραδοσιακό μας αντίπαλο, την Τουρκία είναι απολύτως προς όφελος των εθνικών μας συμφερόντων, επισήμανε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης σε συνέντευξή του στο ραδιοφωνικό σταθμό «ΣΚΑΪ».
Όπως σημείωσε δε, η επιχείρηση προσέγγισης με την Τουρκία έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά: «Εμείς παραμένουμε προσηλωμένοι στις εθνικές μας θέσεις. Θα συνεχίσουμε με φρόνηση και σθένος να το υποστηρίζουμε».
Τόνισε πως οι καλές σχέσεις με την Τουρκία είναι προς όφελος των επόμενων γενεών να έχουν μια ήσυχη γειτονιά, αλλά «αντιλαμβανόμαστε όλοι ότι στις εθνικές θέσεις παραχωρήσεις δεν θα υπάρξουν».
Ανέφερε δε πως «έχουν γίνει σημαντικά βήματα σε ό,τι αφορά τις συμφωνίες που υπογράφονται, σε ό,τι αφορά την ηρεμία πάνω από το Αιγαίο, σε ό,τι αφορά τον έλεγχο των μεταναστευτικών ροών», όμως «παραμένουν βασικές διαφορές στα υποκείμενα ζητήματα μας». «Αυτές θα προσπαθήσουμε να γεφυρώσουμε. Έως τότε προχωρούμε βήμα-βήμα και με φρόνηση. Έχω πάντως την αίσθηση, ότι η πλειονότητα του ελληνικού λαού ακολουθεί τη βασική λογική του ότι θα πρέπει να υπάρξει ειρήνη στη γειτονιά μας» προσέθεσε.
«Ας έχουμε υπόψη μας ότι βρισκόμαστε σε μία περιφέρεια, στην οποία μαίνονται οι εχθροπραξίες, έχουμε δύο πολέμους στη γειτονιά μας, με Βαλκάνια τα οποία βρίσκονται σε μία μάλλον ιστορική ρευστότητα», ανέφερε σημειώνοντας πως και οι δύο πόλεμοι είναι εξαιρετικά σημαντικοί.
Ειδικά για το ζήτημα της Ουκρανίας, επισήμανε ότι η Ευρώπη θα συνεχίσει να στηρίζει μέχρι τέλους την Ουκρανία, ενώ υπογράμμισε την τεράστια εθνική ανάγκη της Ελλάδας να στέκεται απέναντι σε οποιονδήποτε αναθεωρητισμό.
«Η πολιτική του αναθεωρητισμού, η οποία παραμένει μία ενεργή πολιτική σε διάφορες πλευρές του κόσμου, είναι εκείνη η οποία μπορεί να δημιουργήσει αναθέρμανση πολύ μεγάλων παθών και πολύ μεγάλων εθνικών ζητημάτων», σημείωσε και προσέθεσε:
«Για τον λόγο αυτό εμείς έχουμε μία θεμελιώδη αρχή, που είναι εξωτερική πολιτική αρχών, η οποία στηρίζεται μόνον στο διεθνές δίκαιο. Είμαστε απέναντι σε κάθε μορφή επιθετικότητας και στεκόμαστε αλληλέγγυοι με τους λαούς εκείνους, οι οποίοι υποστηρίζουν την ακεραιότητα απέναντι σε οποιαδήποτε επιθετικότητα».
Σχολιάζοντας την εκλογή του Φρέντι Μπελέρη είπε πως οι ευρωβουλευτές θα ορκιστούν 16 με 19 Ιουλίου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και «είναι απόλυτη δημοκρατική απαίτηση, η απαίτηση του κράτους δικαίου ότι οι εκλεγέντες ευρωβουλευτές θα πρέπει να έχουν την ευκαιρία να ορκιστούν».
Όμως αναγνώρισε ότι τα μέχρι σήμερα δεδομένα δεν είναι ιδιαιτέρως ενθαρρυντικά ότι αυτό θα συμβεί. «Το γεγονός ότι βρέθηκε προσωρινά κρατούμενος και βρίσκεται σήμερα πρωτοδίκως καταδικασθείς για τα αδικήματα αυτά, τα οποία εγείρουν σοβαρές αμφιβολίες σε σχέση με το κράτος δικαίου, είναι θέματα τα οποία δεν είναι καθόλου ικανοποιητικά», ανέφερε.
«Νομίζω ότι θα έχουμε μία απόφαση, η οποία θα είναι απόφαση ευρωπαϊκής λογικής. Η Αλβανία θέλει να είναι μέρος της ευρωπαϊκής οικογένειας. Οφείλει να ακολουθεί και τους ευρωπαϊκούς κανόνες. Δεν είναι δυνατόν να υπάρξει άρνηση να αναλάβει τα καθήκοντά του ένας εκλεγμένος αιρετός ευρωβουλευτής».
Ερωτηθείς για το κόμμα Ισότητας, Ειρήνης και Φιλίας που πρώτευσε σε Ροδόπη και Ξάνθη, υπογράμμισε ότι «η ισοπολιτεία και η ισονομία των Ελλήνων μουσουλμάνων είναι απολύτως διασφαλισμένη και άλλωστε φαίνεται και στην πράξη και στην καθημερινότητα».
Σημείωσε δε πως η ενίσχυση του ΚΙΕΦ συνδέεται και με το γεγονός ότι τα παραδοσιακά ισχυρά πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα δεν κατέβασαν υποψηφίους Έλληνες μουσουλμάνους από τη Θράκη, η Νέα Δημοκρατία είχε υποψηφίους προερχόμενους από τη Θράκη, από τη μειονότητα, ενώ ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ δεν κατέβασαν καμία υποψηφιότητα.
Ηχηρό μήνυμα εκ μέρους των ευρωπαϊκών λαών
Σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε ότι με το χθεσινό αποτέλεσμα, υπάρχει ένα πολύ ηχηρό μήνυμα εκ μέρους των ευρωπαϊκών λαών. «Θα πρέπει η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ενωμένη Ευρώπη, να ασχολείται πολύ περισσότερο με θέματα τα οποία αγγίζουν τους ίδιους τους πολίτες, την ύπαρξη και τη συνείδησή τους και λιγότερο με θέματα υψηλής πολιτικής».
«Έχει μεγάλη αξία και για τις επόμενες γενιές και η Ελλάδα είναι πάντοτε πρωτοπόρος σε αυτό, το να μπορούμε να έχουμε μία κλιματική πολιτική, η οποία θα μπορέσει να είναι βιώσιμη για τις επόμενες γενιές. Από την άλλη πλευρά, οι πολίτες αισθάνονται πολύ μεγαλύτερη άμεση πίεση σε ό,τι αφορά την ίδια τους την ύπαρξη, εξαιτίας της ακρίβειας», ανέφερε.
Σημείωσε δε ότι το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, η Κεντροδεξιά, βγήκε ενισχυμένη και από την άλλη πλευρά, κόμματα τα οποία βρίσκονται επίσης στον ευρύτερο χώρο του Κέντρου, όπως είναι το Renew και οι Σοσιαλιστές, υπέστησαν οριακές απώλειες.
«Η ενίσχυση της Ακροδεξιάς δεν ήταν τέτοια που να κλονίζει το οικοδόμημα. Είναι περίπου το 22% των θέσεων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πλέον η Ακροδεξιά, όταν το Κέντρο, η Κεντροδεξιά, η Κεντροαριστερά, που παραδοσιακά συνιστούν ένα πολιτικό μείγμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, είναι περίπου γύρω στο 63-64%. Άρα, ακόμη υπάρχει μία φωνή, η οποία στηρίζει το κέντρο, τη μετριοπάθεια, την Ευρώπη των λαών».
Αυτό, προσέθεσε, «δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να είμαστε εξαιρετικά ανήσυχοι και για την ποιότητα της δημοκρατίας μας και για τη σχέση των κυβερνήσεων με τους λαούς και για το πού πάει η Ευρώπη, ιδίως σε ό,τι αφορά το κομμάτι της διεύρυνσής της και της ολοκλήρωσης της ευρωπαϊκής».
Αλλά, τόνισε, «αισθάνομαι ότι δεν θα είναι τεκτονικές οι αλλαγές που θα παραχθούν».
«Το μεγάλο μας πρόβλημα, και αυτό νομίζω αποτυπώνεται και στην ψήφο, η άνοδος της Ακροδεξιάς εκφράζει και αυτό αν θέλετε, η Ευρώπη πλέον υπολείπεται σε ανταγωνιστικότητα», επισήμανε χαρακτηριστικά.
Υπογράμμισε δε ότι η υποψηφιότητα της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν παραμένει εξαιρετικά ισχυρή και «δημιουργεί μια συσπείρωση».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ